ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ, Αθήνα 19/11/2019

Ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος της ΝΔ και βουλευτής Αιτωλοακαρνανίας Σπήλιος Λιβανός τοποθετήθηκε χθες, 18.11.2019,  στην Ολομέλεια της Βουλής στην κατ’ αρχήν συζήτηση για τη συνταγματική Αναθεώρηση.

Αρχικά, ο βουλευτής Αιτωλοακαρνανίας ανέδειξε τις ευθύνες της προηγούμενης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ που απέτρεψε την αναθεώρηση κρίσιμων άρθρων του Συντάγματος, όπως τα άρθρα 16 και 24. Στηλίτευσε τις ιδεοληψίες του ΣΥΡΙΖΑ που θα κάνουν τους Έλληνες πολίτες να περιμένουν ακόμα δέκα χρόνια για τα άρθρα αυτά.

Τόνισε τη σημασία της Αναθεώρησης που εξελίσσεται, αφού αυτή αποτελεί ένα βήμα προόδου και ωρίμανσης του πολιτικού συστήματος. Η τροποποίηση του άρθρου 54 Συντάγματος για την παραχώρηση του δικαιώματος ψήφου στους αποδήμους Έλληνες και το άρθρο 32 παρ. 4 για την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας, αποτελούν κατά τον βουλευτή Αιτωλοακαρνανίας τις κορωνίδες της αναθεωρητικής διαδικασίας. Εξίσου σημαντική είναι και η αναθεώρηση των άρθρων 62 και 86 Συντάγματος που προάγουν τη σχέση κοινωνίας-πολιτικών.

Ο βουλευτής Αιτωλοακαρνανίας στηλίτευσε και την αλλαγή στάσης του ΣΥΡΙΖΑ στην Ολομέλεια σε σχέση με την  Επιτροπή Αναθεώρησης, εκφράζοντας την ευχή ότι δεν θα χρησιμοποιήσει ο ΣΥΡΙΖΑ την κορυφαία κοινοβουλευτική διαδικασία της Αναθεώρησης για να λύσει τα προβλήματα και πολιτικά αδιέξοδα που αντιμετωπίζει στην τρέχουσα πολιτική επικαιρότητα.

Τέλος, επισήμανε ότι δεν είναι η τέλεια Αναθεώρηση αυτή που εξελίσσεται. Είναι όμως αυτή που μπόρεσε να διαμορφώσει το πολιτικό σύστημα και κινείται σε δημοκρατική κατεύθυνση,  και για αυτό κάλεσε όλες τις πτέρυγες της Βουλής να την στηρίξουν.

 

Ακολουθεί ολόκληρο το κείμενο της ομιλίας: 

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Η αναθεώρηση του Συντάγματος  είναι η κορυφαία κοινοβουλευτική διαδικασία και νιώθω ειλικρινά τιμή να συμμετέχω σε αυτήν.

Αρχικά, θα ήθελα να ευχαριστήσω την Επιτροπή Αναθεώρησης, τόσο στην προτείνουσα Βουλή όσο και στην Αναθεωρητική, αλλά και προσωπικά τον κ. Στυλιανίδη, για το επίπεδο πολιτικού και επιστημονικού λόγου και  τις συνεδριάσεις υψηλού επιπέδου και ταχύτητας που πραγματοποιήθηκαν.

Από τις σημαντικές διατάξεις που καλούμαστε να συζητήσουμε σήμερα  απουσιάζουν δύο κορυφαία άρθρα, το 16 και το 24.

Δύο άρθρα που η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, δυστυχώς, δεν ψήφισε, με αποτέλεσμα να πρέπει να περιμένουμε περίπου δέκα χρόνια ακόμα. Γιατί, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,  πετάξαμε στο κάλαθο των αχρήστων  τη δυνατότητα ίδρυσης μη κρατικών ανωτάτων ιδρυμάτων;

Γιατί  χάσαμε την ευκαιρία  να καταστήσουμε την πατρίδα μας εκπαιδευτικό κέντρο  της ευρύτερης περιοχής της Ανατολικής Μεσογείου;

 Γιατί  συνεχίζουμε να επιτρέπουμε,  αφενός μισό δις να φεύγει από τη χώρα μας  από τους Έλληνες και τις Ελληνίδες που επιχειρούν  να σπουδάσουν στο εξωτερικό και αφετέρου να στερούμαστε τους χιλιάδες ξένους φοιτητές  που θα έρχονταν να σπουδάσουν στην χώρα μας;  Γιατί αρνείστε να αντιληφθείτε  ότι η ελευθερία επιλογής  θα αναβάθμιζε και το δημόσιο πανεπιστήμιο;

Η απάντηση είναι απλή:  Ιδεοληψίες και προσκόλληση στο παρελθόν.

Ως προς το άρθρο 24 του Συντάγματος, οι προτάσεις μας αφορούσαν  την αποτελεσματικότερη προστασία του περιβάλλοντος. Τη λήψη μέτρων για την αντιμετώπιση του μεγάλου κινδύνου  από την κλιματική αλλαγή.

Χάσαμε λοιπόν την ευκαιρία. Αυτό δεν σημαίνει, όμως, πώς η παρούσα Αναθεώρηση είναι άσκοπη  και έπρεπε να σταματήσει, όπως κάποιοι εισηγήθηκαν στην Επιτροπή Αναθεώρησης. Οι προτεινόμενες αλλαγές  αποτελούν, έτσι και αλλιώς,  βήμα προόδου και ωρίμανσης του πολιτικού μας συστήματος και ορθώς συνεχίζουμε.

Ξεχωριστής σημασίας  είναι η τροποποίηση της παρ. 4 του άρθρου 54 Συντάγματος. Είναι κορυφαία για δύο λόγους:  αφενός επειδή συνέχεται με την ψήφο των απόδημων Ελλήνων, αφετέρου επειδή αποδεικνύει  ότι μπορεί να υπάρξει συναίνεση  μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων.

Η Νέα Δημοκρατία, πιστή σε όσα είχε δεσμευτεί,  δίνει στους Έλληνες του εξωτερικού δικαίωμα ψήφου. Σαφώς με υπαναχωρήσεις από αυτό το οποίο θα θέλαμε ,  αλλά η πολιτική είναι τελικά η τέχνη του εφικτού. Ποτέ δεν θέσαμε, όμως,  σε κίνδυνο  την «κόκκινη» γραμμή μας: την ισοτιμία της ψήφου των Ελλήνων  του εξωτερικού με αυτής του εσωτερικού.

Κορυφαία, επίσης,  διάταξη είναι και το αρ. 32 παρ. 4 Συντάγματος.  Η εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας πρέπει να αποσυνδεθεί από τη διάλυση της Βουλής.  Η πρόταση μας για εκλογή με 151 ψήφους  δεν συνιστά ευτελισμό, όπως μας κατηγορούν,  του θεσμού. Η Νέα Δημοκρατία ποτέ από το 1975 δεν εργαλειοποίησε την προεδρική εκλογή. Αντιθέτως, δύο φορές οι πολιτικοί της αντίπαλοι χρησιμοποίησαν την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας  για να ρίξουν κυβερνήσεις της Νέας Δημοκρατίας, με τα επακόλουθα να είναι γνωστά σε όλους.

Η εξέλιξη του κυβερνητικού έργου σε ορίζοντα τετραετίας  είναι αναγκαία και εμείς είμαστε αποφασισμένοι να την προστατέψουμε.

Παράλληλα, η εκλογή με την απόλυτη πλειοψηφία, αποτυπώνεται ήδη στο Σύνταγμα  ενώ είναι και σε αρμονία με τις αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας.

Η παρούσα αναθεώρηση, όμως, περιλαμβάνει και δύο άρθρα  που αναβαθμίζουν την κοινοβουλευτική δημοκρατία και προάγουν τη σχέση κοινωνίας – πολιτικών, δηλαδή, το άρθρο 62 για το «ακαταδίωκτο των βουλευτών» και το άρθρο 86 «περί ευθύνης υπουργών.»

Ως προς το άρθρο 62 αποτελεί κοινό τόπο όλων μας ότι η ασυλία πρέπει να αφορά μόνο την άσκηση των καθηκόντων του βουλευτή και της πολιτικής του δραστηριότητας. Κατά τα λοιπά θα ισχύει ο νόμος ο ίδιος, όπως ακριβώς για κάθε Έλληνα πολίτη. 

Το άρθρο  86 Συντάγματος έρχεται από πολύ παλιά. Τα επαναστατικά συντάγματα προέβλεπαν ευνοϊκή μεταχείριση για τους Υπουργούς, Υφυπουργούς και τον Πρωθυπουργό,  καθώς πάντα υπόβοσκε μια προσπάθεια ποινικοποίησης της πολιτικής ζωής του τόπου μας. Τρικούπης εναντίον Δηλιγιάννη,   Βενιζέλος κατά Γούναρη,  αλλά και το πρόσφατο  1989. Η πολιτική ιστορία του τόπου μας έχει δώσει πολύτιμα διδάγματα  για την αξία του άρθρου αυτού.

Εάν, όμως, υπάρχει ένα εμπόδιο  που δημιουργεί στρέβλωση στην εφαρμογή της διάταξης αυτής, αυτό είναι η σύντομη αποσβεστική προθεσμία. Αυτό λοιπόν ερχόμαστε να αλλάξουμε και η Βουλή θα μπορεί πλέον να ασκήσει τη δίωξη εντός της κοινής παραγραφής.

Με την αναθεώρηση του άρθρου 68 παρ. 2 Σ προστατεύονται και ενισχύονται τα δικαιώματα της κοινοβουλευτικής μειοψηφίας,  αυξάνοντας τον κοινοβουλευτικό έλεγχο  και τη δημοκρατική πίεση προς την εκάστοτε Κυβέρνηση. Επιπλέον,  η συνταγματική κατοχύρωση  του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος  αποτελεί διάταξη με ουσιαστικό θετικό κοινωνικό πρόσημο.

Κλείνοντας, θα ήθελα να επισημάνω το διαφορετικό ύφος αλλά και το περιεχόμενο της ομιλίας του Εισηγητού του ΣΥΡΙΖΑ  κ. Κατρούγκαλου. Προφανής ήταν στα αυτιά μας το πρωί η διαφορά με την αντίστοιχη ομιλία του Εισηγητού της Πλειοψηφίας κ. Τζαβάρα και σε επίπεδο πολιτικό και σε επίπεδο θεωρητικής προσέγγισης. Από τη συναινετική και επιστημονική προσέγγιση που την παρακολουθήσαμε να έχει στην Επιτροπή, πέρασε σε μια επιθετική μικροπολιτική στάση. Κατηγόρησε την πρόταση της Νέας Δημοκρατίας για αντιδραστική, νεοφιλελεύθερη, εκτός πραγματικότητας.

Εύχομαι, ειλικρινά, να μην είναι αυτή η κεντρική γραμμή του ΣΥΡΙΖΑ  στη συζήτηση για το Σύνταγμα και γενικά στον δημόσιο λόγο του.  Να μην χρησιμοποιήσετε αυτήν εδώ την κορυφαία στιγμή για την κοινοβουλευτική μας διαδικασία στη συζήτηση εντός της Αιθούσης, για να λύσετε προβλήματα και πολιτικά αδιέξοδα εκτός της Αιθούσης.

Ως απάντηση στον κ. καθηγητή, στον κ.  Κατρούγκαλο, παρότι δεν είμαι νομικός, τον παραπέμπω στον σπουδαίο καθηγητή που όλοι έχουμε διαβάσει, ακόμα και αν δεν είμαστε της Νομικής, τον καθηγητή των καθηγητών, στον Συνταγματολόγο Αριστόβουλο Μάνεση

Λέει, συγκεκριμένα, ο Μάνεσης για τον χαρακτήρα συμβιβασμού του Συντάγματος. «Το Σύνταγμα εμφανίζεται  με μορφή Ιανού: βλέπει και προς το παρελθόν και προς το μέλλον.

Αντίστοιχη είναι και η λειτουργία του: συντηρητική, στο βαθμό που προστατεύει τις υπάρχουσες σχέσεις και δομές της κρατικά οργανωμένης κοινωνικής συμβίωσης και προοδευτική, στο βαθμό που ορισμένοι θεσμοί και διατάξεις του μπορεί να χρησιμεύουν σαν προχωρημένες θέσεις μάχης  για τις ανερχόμενες νέες κοινωνικοπολιτικές δυνάμεις, διευκολύνοντας έτσι την ιστορική εξέλιξη.»  

 Κυρίες και κύριοι,

Η αναθεώρηση που συζητάμε σήμερα, σίγουρα δεν είναι μια πλούσια αναθεώρηση. Δεν είναι αυτή που θα θέλαμε να έχουμε.  Είναι όμως η Αναθεώρηση που τελικά μπορούσαμε να έχουμε  και σαφώς κινείται στη δημοκρατική κατεύθυνση, και  θα ήταν ευτύχημα για το πολιτικό μας σύστημα να την στηρίξουμε όλοι μας.